γκανιότα

γκανιότα
και κανιότα, η
το ποσοστό του κερδιζόμενου ποσού που καταβάλλεται υπέρ τής χαρτοπαικτικής λέσχης, βιδάνιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. cagnotte «πανέρι όπου βάζουν το βιδάνιο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • βιδάνιο — το 1. τα υπολείμματα του κρασιού στα ποτήρια των πελατών μιας ταβέρνας 2. πράγμα μη γνήσιο, ψεύτικο 3. το ποσοστό του κερδηθέντος ποσού στη χαρτοπαιξία που δίνεται στη χαρτοπαικτική λέσχη (αλλ. γκανιότα). [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. guadagno «κέρδος,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”